Η πιο σημαντική ερώτηση.
Αν είμαι ελεύθερη, θα μ’ αγαπάς;
Μια ερώτηση με μια ελπίδα. Πίσω απ’ την ελπίδα, έναν φόβο. Και πίσω από το φόβο, έναν πόνο.
Μάθαμε τόσο καλά την υπό όρους αγάπη. Μάθαμε να «ξέρουμε» τους άλλους καλύτερα από ότι μάθαμε τους εαυτούς μας. Ήταν πάντα πιο σημαντικοί άλλωστε. Ή για κάποιο λόγο ήταν πάντα πιο σημαντικό το να μείνουν. Κάποιος να μείνει.
Τι πρέπει, τι δεν πρέπει, κάθε στιγμή σκεφτόμασταν.
«Απεμπολώ σε, εαυτέ μου». Κάθε βράδυ προσευχή, κάθε πρωί το υποσυνείδητο μότο για τις ζωές μας. Το «μας», αστείο.
Και μέσα στα γέλια του αστείου, το κλάμα ενός Τζόκερ που δεν αποφασίσαμε ποτέ να του δώσουμε τη σημασία και το χώρο ή έστω ρε παιδί μου ένα «Ωπ! Υπάρχεις κι εσύ», μια αναγνώριση παρουσίας.
Όλα αυτά βέβαια μέχρι ο Τζόκερ να σε πιάσει απ’ το λαιμό ένα βράδυ και να πάθεις την πρώτη κρίση πανικού, το πρώτο καταθλιπτικό επεισόδιο. Ακόμα κι αυτό το άγχος σου, ξέρεις, που τόσο πολεμάς και τόσο προσπαθείς να διώξεις, είναι εδώ για να σε γυρίσει σε σένα. Μην περιμένεις ευγένειες, είναι πεινασμένο καιρό το μέσα σου.
Χα… Ίσως και να δίνει ένα χαμόγελο η φρέσκια συνειδητοποίηση πως τελικά ο εαυτός σου είναι πάντα εδώ, τόσο ανθρώπινα όμορφο, ακόμα και μέσα από τη βιαιότητα και το φόβο στις κρίσεις της ψυχής μας…
Τι θα αποφασίσουμε; Θα τον ακούσουμε; Θα τον διαλέξουμε; Θα τον προσέξουμε; Θα τον φροντίσουμε;
Κι έτσι πιο χορτασμένη, πιο ολόκληρη, ξανακάνω την ερώτηση.
Αν είμαι ελεύθερη, θα μ’ αγαπάς;
Μου απαντώ.
Αν είμαι ελεύθερη, θα μ’ αγαπώ;
Η πιο σημαντική ερώτηση.